Υπάρχει ένα κράτος ανάμεσα στο Θιβέτ και στην Ινδία, το Βασίλειο του Μπουτάν. Αν και ένα από τα φτωχότερα και λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη στον κόσμο, βρίσκεται πρώτο στη λίστα με τις πιο ευτυχισμένες χώρες στην Ασία και πολύ ψηλά στην παγκόσμια κατάταξη.
Μικρό σε μέγεθος και πληθυσμό, το Μπουτάν έχει 700.000 κατοίκους, ενώ ο μέσος μηνιαίος μισθός δεν ξεπερνά τα 150 ευρώ. Παρά ταύτα η ευτυχία παίζει σημαντικό ρόλο εκεί, τόσο που το 1972 ο βασιλιάς του Μπουτάν καθιέρωσε τον όρο «ακαθάριστη εθνική ευτυχία» σε απάντηση του οικονομικού όρου «ακαθάριστο εθνικό προϊόν».
Ο τουρισμός στο Μπουτάν ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και έκτοτε γίνονται γνωστά όλο και περισσότερα στοιχεία από την καθημερινότητα των κατοίκων του, όπως ότι απαγορεύονται οι πλαστικές σακούλες, το κάπνισμα και η αφισοκόλληση.
Το 70% της χώρας καλύπτεται με δάση και 5.000 είδη φυτών, γι’ αυτό πολλοί είναι εκείνοι που τη χαρακτηρίζουν επίγειο παράδεισο.
Με φόβο την αλλοίωση της τοπικής ταυτότητας, η κυβέρνηση επιτρέπει σε συγκεκριμένο αριθμό τουριστών να επισκεφθούν τη χώρα, θέλοντας να προστατέψει τον υπάρχοντα φυσικό πλούτο. Απαραίτητη δε προϋπόθεση για να τη γνωρίσει κανείς από κοντά είναι η υποχρεωτική συνοδεία του από ξεναγό-οδηγό και εξαιτίας αυτού δημιουργούνται πολλές νέες θέσεις εργασίας.
Στο Μπουτάν το διαδίκτυο και τα social media δεν χρησιμοποιούνται καθημερινά, όπως στον υπόλοιπο κόσμο, και προκαλεί αίσθηση ότι είναι η τελευταία χώρα όπου έφτασε η τηλεόραση και το διαδίκτυο, μόλις το 1999.
Στη χώρα του δράκου και των κεραυνών, όπως την αποκαλούν οι ντόπιοι, δεν θα συναντήσετε φανάρια στους δρόμους παρά τους κατοίκους της να πιστεύουν ότι η ευτυχία και η πρόοδος θα έρθουν μόνο εφόσον η εγχώρια οικονομία βασίζεται στις αρχές του βουδισμού.
Το μικρό αυτό κρατίδιο αποτελεί τη νεότερη Δημοκρατία στον κόσμο, αφού το 2008 ολοκληρώθηκε η μετάβαση του πολιτεύματος από την απόλυτη στη συνταγματική μοναρχία, και θεωρείται παγκόσμια ταξιδιωτικός προορισμός ζωής ως ο τελευταίος παράδεισος επί της Γης.